1.1. Περιοχή παρέμβασης
Η Κοινοτική Πρωτοβουλία URBAN II αποτελεί ένα πρόγραμμα που αφορά στην διαμόρφωση και την εφαρμογή ιδιαίτερα καινοτόμων στρατηγικών για την αειφόρο οικονομική και κοινωνική αναζωογόνηση πόλεων και οικισμών, που βρίσκονται σε κρίση, και στην ενίσχυση και ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών σε σχέση με την αειφόρο αστική αναζωογόνηση και ανάπτυξη στην Κοινότητα.
Οι αστικές περιοχές στις οποίες απευθύνεται η Κοινοτική Πρωτοβουλία URBAN II, πρέπει να παρουσιάζουν συγκεκριμένα προβλήματα εντός μιας συνεκτικής γεωγραφικής περιοχής, όπως υψηλό επίπεδο ανεργίας, χαμηλό επίπεδο οικονομικής δραστηριότητας, ιδιαίτερα υποβαθμισμένο περιβάλλον, ειδικές ανάγκες ανασυγκρότησης κτλ.
Στα πλαίσια του προγράμματος αυτού, ο Δήμος Ηρακλείου προτείνει ως περιοχή παρέμβασης την γεωγραφική περιοχή που περιλαμβάνει τις συνοικίες της Αγίας Τριάδας και Καμινίων, καθώς και το μισό περίπου τμήμα της συνοικίας του Αγίου Μηνά (ζώνη που συνορεύει με τα τείχη και καταλήγει στον προμαχώνα Martinengo).
Η εν λόγω περιοχή παρέμβασης παρουσιάζει παράλληλα με την πληθυσμιακή απαίτηση (των 20000 κατοίκων) και ένα σημαντικό βαθμό ομοιογένειας, όσον αφορά τα γεωγραφικά, κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά, γεγονός που αποδεικνύει την αναγκαιότητα της επιλογής της.
Εξετάζοντας την πόλη του Ηρακλείου στο σύνολό της, με βάση το σημερινό επίπεδο ανάπτυξής της, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως γύρω από το πολεοδομικό κέντρο της και ιδιαίτερα μέσα στο εντός των τειχών τμήμα της, υφίστανται υποβαθμισμένοι από πλευράς οικονομικής δραστηριότητας και συνθηκών κατοικίας πυρήνες, που διατηρούν ωστόσο τον παραδοσιακό πολεοδομικό ιστό παρά τα θεσμοθετημένα σύγχρονα ρυμοτομικά σχέδια.
Ένας από τους πυρήνες που προαναφέρθηκαν και μάλιστα ο σημαντικότερος από άποψη ομοιογένειας και προβλημάτων είναι μία από τις περιοχές παρέμβασης, η περιοχή δηλαδή της Αγ. Τριάδας. Η περιοχή της Αγίας Τριάδας καταλαμβάνει το βορειοδυτικό τμήμα της εντός των τειχών ιστορικής πόλης. Περιλαμβάνει και είναι σε επαφή με σημαντικά μνημεία της, ενώ ταυτόχρονα είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ιστορική της πορεία και εξέλιξη.
Περικλείεται από τις οδούς Καλοκαιρινού, Γιαμαλάκη, Παραλιακή Λεωφόρο (Βενιζέλου) και Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Στο σύνολό της η περιοχή της Αγίας Τριάδας, αποτελεί μια από τις 25 συνοικίες του Δήμου Ηρακλείου και πιο συγκεκριμένα μια από τις 5 που βρίσκονται εντός των Ενετικών τειχών.
Η περιοχή της Αγίας Τριάδας υπήρξε κατά την Τουρκοκρατία αραιοδομημένη. Κατά το τέλος του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, κατασκευάσθηκαν τα εργοστάσια και οι αποθήκες όπου γίνονταν η επεξεργασία και η αποθήκευση των κύριων αγροτικών προϊόντων του νομού (σταφίδα, κρασί, λάδι). Η περιοχή απέκτησε σαφή βιοτεχνικό - βιομηχανικό χαρακτήρα. Κοντά στα εργοστάσια δημιουργήθηκαν οι γειτονιές που εγκαταστάθηκαν οι άνθρωποι, πρόσφυγες στην πλειοψηφία τους, που αποτελούσαν το εργατικό δυναμικό του πρώτου αυτού βιομηχανικού πυρήνα του Ηρακλείου.
Η υποβάθμιση του περιβάλλοντος της περιοχής είναι ιδιαίτερα αισθητή στο παραλιακό μέτωπο όπου έχουν συγκεντρωθεί μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και μέχρι σήμερα λειτουργούσε και η λαχαναγορά ολόκληρου του Πολεοδομικού Συγκροτήματος του Ηρακλείου. Η εικόνα της υποβάθμισης στο σημείο αυτό συνίσταται στην μόλυνση του γραφικού και ιστορικού κόλπου του Δερματά από οχετούς, στην ύπαρξη εγκαταλελειμμένων μεγάλων κτιρίων (ΔΕΗ, βιοτεχνικά κτίρια, Καπνοκοπτήριο) καθώς και στην μέχρι πρότινος ύπαρξη οχλουσών και ρυπογόνων λειτουργιών (λαχαναγορά, συνεργεία κλπ).
Το υποβαθμισμένο τμήμα της συνοικίας του Αγ. Μηνά παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά με την Αγ. Τριάδα σε βαθμό που να εντάσσεται λειτουργικά σε ενιαία ενότητα, συγκροτώντας μια ομοιογενή περιοχή. Σημειώνεται μάλιστα ότι το υποβαθμισμένο τμήμα του Αγίου Μηνά είναι περισσότερο ομοιογενές με την Αγία Τριάδα παρά με το υπόλοιπο τμήμα του ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος που δεν παρουσιάζει ανάλογα προβλήματα. Το υποβαθμισμένο περιβάλλον ενισχύεται από την συγκέντρωση αλλοδαπών μεταναστών, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι τις χαμηλές τιμές ενοικίων, δημιουργούν σταδιακά συγκεντρώσεις και οικογενειακά δίκτυα, με αποτέλεσμα την ένταση της κοινωνικής πόλωσης στην περιοχή.
Η περιοχή των Καμινίων αποτελεί μια από τις πλέον υποβαθμισμένες πολεοδομικές ενότητες του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Ηρακλείου και μαζί με τις συνοικίες της Αγ. Τριάδας και του Αγ. Μηνά, συγκροτούν ένα ομοιογενή θύλακα υποβάθμισης στον οποίο η οικονομική αναζωογόνηση κρίνεται απαραίτητη.
Η περιοχή, σύμφωνα με το Γ.Π.Σ, ορίζεται στα βόρεια από την παραλία, στα ανατολικά από το Βενετσιάνικο τείχος της πόλης (Προμαχώνας Αγ. Ανδρέα μέχρι Παντοκράτορα), νότια από την οδό 62 Μαρτύρων και δυτικά από τον ποταμό Γιόφυρο. Σύμφωνα με τις περιγραφές περιηγητών (Πρακτακίδης 1818, Καλομενόπουλος 1894, κ.α), η περιοχή πήρε τη σημερινή ονομασία της από μια παλαιά ασβεστοκάμινο στην περιοχή της οδού Ελευθερίας. Κατά την μεταπολεμική περίοδο εφαρμόζεται διανομή ανταλλάξιμων εκτάσεων αγροτικής και αστικής αποκατάστασης. Έτσι, αδιανέμητες εκτάσεις στην τάφρο, στο οχυρό Αγίου Πνεύματος και στην παραλία, καταλαμβάνονται από ιδιώτες που χτίζουν πρόχειρες κατασκευές για να εγκατασταθούν. Στην περιοχή των νεκροταφείων δημιουργείται το γήπεδο του Ο.Φ.Η, ενώ στην παραλία και στην 62 Μαρτύρων χτίζονται βιομηχανικά κτίρια, βιοτεχνίες και αποθήκες. Τέλος, μετά το 1980, οι πιεστικές ανάγκες κατοικίας, που δεν ικανοποιούνται με επέκταση του σχεδίου πόλης στα δυτικά, έχουν ως αποτέλεσμα την αυθαίρετη ανοικοδόμηση σε ολόκληρη σχεδόν την έκταση του δημοτικού διαμερίσματος.
Η ανάγκη αναζωογόνησης της περιοχής των Καμινίων δεν εντοπίζεται μόνο στο παραλιακό μέτωπο του οικισμού το οποίο ήδη παρουσιάζει έντονα στοιχεία αποβιομηχάνισης. Στο εσωτερικό του αστικού ιστού η υποβάθμιση εντοπίζεται στις σημαντικότατες ελλείψεις σε κοινόχρηστους χώρους και ιδιαίτερα σε χώρους πρασίνου, αναψυχής και αθλητισμού αλλά και στην κακή ποιότητα του εν γένει δομημένου περιβάλλοντος.
1.2. Βασικά πληθυσμιακά χαρακτηριστικά και μεγέθηΔυστυχώς η απογραφή που διενεργήθηκε σε εθνική κλίμακα τον Μάρτιο 2001 δεν έχει ακόμη καταλήξει σε συγκεκριμένα στοιχεία για τον πληθυσμό της περιοχής. Σύμφωνα με την απογραφή του 1991, η περιοχή μελέτης έχει πληθυσμό 14.338 κατοίκους (σε συνολικό πληθυσμό της πόλης 132.137 κατοίκους, άρα ποσοστό περίπου 11%). Ωστόσο, ο πραγματικός πληθυσμός είναι μεγαλύτερος και εκτιμάται ότι φθάνει τις 20.000 περίπου κατοίκους σε σύνολο εκτιμώμενου πληθυσμού πόλης 150.000 κατοίκους. Η αύξηση αυτή οφείλεται στην πάροδο μίας δεκαετίας και στην περαιτέρω αστικοποίηση της περιοχής.
Για την περιοχή μελέτης, όπως άλλωστε και για μερικούς άλλους μεγάλους δήμους της χώρας, υπάρχει σχετική έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, που ολοκληρώθηκε προ τριετίας, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάζονται παρακάτω.
Αναφορικά με την πυραμίδα ηλικιών του πληθυσμού, παρατηρείται μεγάλο ποσοστό ανθρώπων μεγάλης ηλικίας ενώ το ποσοστό των νέων ανθρώπων είναι μικρό και συνεχώς φθίνει. Παρατηρείται δηλαδή μη υγιής αναλογία μεταξύ των ακραίων ηλικιών της κλίμακας.
Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται στην αδυναμία της περιοχής να συγκρατήσει τον οικονομικά δυναμικό πληθυσμό της. Οι δυσκολίες που παρουσιάζονται στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής έχουν ωθήσει σημαντική μερίδα των νέων στην μετακίνηση σε άλλες περισσότερο ανεπτυγμένες περιοχές εντός ή εκτός του Ηρακλείου.